Απάντηση ΓΓΕΤ σε δημοσιεύματα για Κέντρο πρωτονικής θεραπείας καρκινικών όγκων στην Ελλάδα
Ανακυκλώνονται δημοσιεύματα τα οποία δυστυχώς ξεκίνησαν από κακώς πληροφορημένους επιστήμονες, οι οποίοι με ανυπόστατους ισχυρισμούς ομιλούν για απόρριψη εκ μέρους της Πολιτείας της δημιουργίας από το CERN κέντρου πρωτονικής θεραπείας για καρκινοπαθείς στην Ελλάδα.
Προς αποκατάσταση της αλήθειας, αναφέρουμε τα εξής:
Η συζήτηση που γίνεται σήμερα, αφορά στη δημιουργία ενός επιταχυντή και υποδομών για χρήση δέσμης πρωτονίων και άλλων θετικώς φορτισμένων σωματιδίων (αδρόνια) στα Δυτικά Βαλκάνια, με σκοπό τη θεραπεία καρκινικών όγκων και με βάση τεχνογνωσία του CERN στους επιταχυντές.
Η πρωτοβουλία που ξεκίνησε πέρυσι από τη κυβέρνηση του Μαυροβουνίου, περιλαμβάνει και την ίδρυση Διεθνούς Ινστιτούτου Νοτιοανατολικής Ευρώπης για Βιώσιμες Τεχνολογίες (“South East European International Institute for Sustainable Technologies”, εν συντομία SEEIIST) με αυτό το αντικείμενο.
Στη πρωτοβουλία του Μαυροβουνίου συμμετέχουν οι χώρες: Αλβανία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κόσοβο*, Μαυροβούνιο, ΠΓΔΜ, Σερβία και Σλοβενία. Τη στιγμή αυτή, υπάρχει ως δεδομένο μόνο Δήλωση Προθέσεων εκ μέρους των ανωτέρω χωρών, ενώ δεν υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένα στοιχεία για τη προτεινόμενη νομική μορφή, την έδρα, τη χρηματοδότηση ή τη διαδικασία σύστασης του εν λόγω Ινστιτούτου.
Επίσης, δεν υπάρχουν ούτε οι αναγκαίες μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, με δεδομένο το υψηλό κόστος μιας τέτοιας εγκατάστασης και της μετέπειτα λειτουργίας. Η συνολική επένδυση εκτιμάται στα 140-170 εκ. ευρώ. Το εγχείρημα SEEIIST ευρίσκεται ακόμα σε προπαρασκευαστικό στάδιο κατά το οποίο γίνονται ενέργειες κυρίως εκ μέρους του Μαυροβουνίου και της Βουλγαρίας και συναντήσεις εμπειρογνωμόνων, στις οποίες μετέχει και το CERN. Επίσης, γίνονται ενέργειες για εξεύρεση πόρων από την ΕΕ, ενδεχομένως μέσω ερευνητικών κονδυλίων από τα Ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία (structural funds) διαθέσιμων για τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει καμία διασφάλιση των απαιτούμενων πόρων.
Το ΥπΠΕΘ και η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ), παρακολουθεί το εγχείρημα από την αρχή στο πλαίσιο της καλής γειτονίας και της ενίσχυσης της περιφερειακής συνεργασίας σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας, σε συνεργασία με τους εθνικούς εκπροσώπους στο CERN, την ερευνητική κοινότητα και το Υπουργείο Εξωτερικών, συμμετέχοντας σε όλες τις περιφερειακές συναντήσεις.
Είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν έχει απορρίψει πρόταση του CERN και φυσικά δεν υπάρχει κάποια σχετική μελέτη από ΑΕΙ ή Ερευνητικά Κέντρα της χώρας για τη δημιουργία τέτοιας εγκατάστασης στην Ελλάδα. Επώνυμοι επιστήμονες ομιλούν δημοσίως από ό,τι φαίνεται αποκλειστικά για προσωπικές τους στρατηγικές.
Όσον αφορά στην ακτινοθεραπεία πρωτονίων, είναι μια υψηλού κόστους μέθοδος ακτινοβόλησης καρκινικών όγκων με πρωτόνια που εφαρμόζεται στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων τύπων καρκίνου. Η αποτελεσματικότητα της μεθόδου σε άλλους τύπους καρκίνου ευρίσκεται υπό συζήτηση. Ανασταλτικός παράγοντας στη ευρεία χρήση της αδρονικής θεραπείας είναι οι υψηλές τεχνικές και οικονομικές απαιτήσεις σε υποδομές και εγκαταστάσεις, τόσο κατά τη κατασκευή τους, όσο και κατά τη λειτουργία (λειτουργικά έξοδα περίπου 1 εκ ευρώ/έτος). Για τους λόγους αυτούς υπάρχει διεθνώς έντονη κινητικότητα στην επιστημονική και επιχειρηματική κοινότητα για αντικατάσταση της αδρονικής θεραπείας με άλλες μεθόδους, η δε αποτελεσματικότητα των μεθόδων αυτών αποτελεί αντικείμενο επιστημονικής έρευνας.
Η Ελλάδα ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και ως χώρα που επιδεικνύει υψηλού επιπέδου ερευνητική δραστηριότητα και εξωστρέφεια, συμμετέχει σε μεγάλους ευρωπαϊκούς/διεθνείς ερευνητικούς οργανισμούς και σε διακρατικά και περιφερειακά ερευνητικά προγράμματα. Όσον αφορά στον τομέα της φυσικής υψηλών ενεργειών και της πυρηνικής φυσικής, η Ελλάδα αποτελεί μόνιμο και δραστήριο μέλος του CERN του οποίου και αποτέλεσε ένα από τα δώδεκα ιδρυτικά κράτη-μέλη. Η συμμετοχή των ελλήνων επιστημόνων στο CERN συμβάλλει σημαντικά, τόσο στην εκπαίδευση όλων των βαθμίδων, όσο και στην έρευνα και στην ανάπτυξη οικονομίας έντασης γνώσης.